- Πόρτ
- Μόρεσμπυ η г. Порт-Морсби
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Πορτ Ελίζαμπεθ — (Port Elizabeth). Πόλη (το ένα τρίτο των κατοίκων της είναι λευκοί) της Νοτιοαφρικανικής Δημοκρατίας, στην επαρχία του Ακρωτηρίου. Βρέχεται από τον Ινδικό ωκεανό, στη δυτική ακτή του κόλπου Αλγκόα. Χτισμένη σε μια στενή παράκτια λωρίδα, στους… … Dictionary of Greek
Πορτ Σάιντ — Λέγεται και Πορτ Σαΐντ. Σημαντικό λιμάνι της Αιγύπτου στη Μεσόγειο. Είναι χτισμένο στη βόρεια είσοδο της Διώρυγας του Σουέζ, στην αφρικανική ακτή. Η πόλη ονομάστηκε έτσι για να τιμηθεί ο αντιβασιλιάς της Αιγύπτου Σαΐντ (Π. Σ. = Λιμάνι του Σαΐντ) … Dictionary of Greek
Πορτ-ο-Πρενς — (Port au Prince). Πόλη πρωτεύουσα της Δημοκρατίας της Αϊτής και πρωτεύουσα του νομού της Δύσης (4.649 τ. χλμ.). Βρίσκεται στο εσωτερικότερο μέρος του κόλπου της Γκονάβ, στη συμβολή των κυριότερων οδικών και σιδηροδρομικών αρτηριών που διασχίζουν… … Dictionary of Greek
Πορτ Άρθουρ — (Port Arthur). Λιμάνι και πολεμικός ναύσταθμος της Κίνας. Στην Κινεζική ονομάζεται Λυσούν. Είναι σημαντικό κέντρο αλιείας, έχει μεγάλα ναυπηγεία και ελαφρά βιομηχανία. Το 1904 στο λιμάνι αυτό, οι Ιάπωνες βύθισαν τρία ρωσικά πλοία, γεγονός που… … Dictionary of Greek
Πορτ Σουδάν — Πόλη και λιμάνι του Σουδάν στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας. Ιδρύθηκε το 1907 και τα τελευταία χρόνια έγινε σημαντικό εμπορικό και εξαγωγικό κέντρο της χώρας. Τα κυριότερα είδη που εξάγονται από το λιμάνι αυτό είναι βαμβάκι, καφές ελεφαντόδοντο… … Dictionary of Greek
Αϊτή — Νησιωτικό κράτος της Καραϊβικής θάλασσας, στην Κεντρική Αμερική.Βρέχεται στα Β από τον Ατλαντικό ωκεανό, στα Δ και Ν από την Καραϊβική θάλασσα, ενώ στα Α συνορεύει με τη Δομινικανή Δημοκρατία, με την οποία μοιράζονται το έδαφος του νησιού… … Dictionary of Greek
Αυστραλία — Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό και τον Ειρηνικό ωκεανό, που περιλαμβάνει την ομώνυμη μεγάλη νήσο του νότιου Ειρηνικού (λόγω του μεγέθους θεωρείται ηπειρωτικό έδαφος), την Τασμανία και άλλα νησιά.Κράτος της Ωκεανίας, ανάμεσα στον Ινδικό… … Dictionary of Greek
Μαυρίκιος — I Όνομα αγίων της Ανατ. Ορθόδοξης Εκκλησίας. 1. Μαρτύρησε μαζί με εβδομήντα στρατιώτες επί Μαξιμιανού στην Απαμεία. Η μνήμη του τιμάται στις 27 Δεκεμβρίου. 2. Ένας από 45 μάρτυρες που μαρτύρησαν στη Νικόπολη της Αρμενίας επί Λικινίου (307 323). Η … Dictionary of Greek
ρωσοϊαπωνικός πόλεμος — Προκλήθηκε από το ταυτόχρονο ενδιαφέρον της Ρωσίας και της Ιαπωνίας για τη Μαντζουρία και την Κορέα. Η Ρωσία επιζητούσε, με την εξασφάλιση της κυριαρχίας στα εδάφη αυτά, να πετύχει την έξοδο σε μια θάλασσα που δεν την έκλειναν οι πάγοι ή στενά… … Dictionary of Greek
Παπούα – Νέα Γουινέα — Συγκρότημα νησιών της Νοτιοανατολικής Ασίας, μεταξύ της θάλασσας των Κοραλίων και του νότιου Ειρηνικού Ωκεανού, ανατολικά της Ινδονησίας.Aνεξάρτητο κράτος από τις 16 Σεπτεμβρίου 1975 στο πλαίσιο της Bρετανικής Kοινοπολιτείας, περιλαμβάνει το… … Dictionary of Greek
Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… … Dictionary of Greek